ο άγιος Ευαγγελιστής δεν θα απέκρυπτε το όνομά της, ενώ αμέσως παρακάτω μιλάει συγκεκριμένα και ονομαστικά γι' αυτήν και για την θεραπεία της από τα επτά δαιμόνια. Το όνομα της αμαρτωλής και πόρνης γυναικός δεν αναγράφεται πουθενά μέσα στα ιερά Ευαγγέλια. Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή όμως αναφέρεται συγκεκριμένα και ονομαστικά μετά την θεραπεία της, ως μαθήτρια και ακόλουθος του Κυρίου και της Θεοτόκου Μητρός Του, ως Διακόνισσα των Αποστόλων και ως πρώτη των Μυροφόρων.Στην Ορθόδοξη Υμνολογία μας της Μεγάλης Εβδομάδος, γίνεται πολύ καθαρά η διάκριση μεταξύ των γυναικείων αυτών προσώπων. Της πόρνης γυναικός που άλειψε μύρα τον Κύριο, της οποίας «μνείαν ποιείσθαι οι θειότατοι Πατέρες εθέσπισαν» τη Αγία και Μεγάλη Τετάρτη. Και της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής ως Μυροφόρου και Ευαγγελιστρίας της Αναστάσεως του Σωτήρος. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερμηνεύοντας τα άγια Ευαγγέλια, ερευνά και διευκρινίζει ποιες και πόσες ήταν οι γυναίκες που άλειψαν με μύρα την κεφαλήν και τα πόδια του Κυρίου και ουδεμίαν σχέσιν έχουν με την αγία Μαρία την Μαγδαληνή8. Ο άγιος Ιωάν. ο Χρυσόστομος έχει γράψει και Λόγους με θέμα την πόρνη γυναίκα που μετενόησε9 και η οποία είναι ένα πρόσωπο άγνωστο και ανώνυμο.
Η αγία ένδοξος και πανεύφημος Μαρία η Μαγδαληνή υπήρξε η πιστή και αφοσιωμένη Μαθήτρια του Υιού και Λόγου του Θεού, η ακόλουθος της Υπεραγίας Θεοτόκου, η Διακόνισσα του Κυρίου και των Αποστόλων, η εκλεκτή Μυροφόρος, η Ευαγγελίστρια της Αναστάσεως, η Ισαπόστολος και κήρυκας της πίστεως. Σ' αυτήν δόθηκε η χάρις να δη πρώτη μετά την Ανάσταση, μαζί με την Θεοτόκο, τον Αναστάντα Ιησού. Αυτή ευαγγελίσθηκε στους Αποστόλους την Ανάσταση του Κυρίου. Μέσα στα ιερά Ευαγγέλια δοξάζεται από τους αγίους τέσσερις Ευαγγελιστές, ως πρώτη μετά την Θεοτόκον, Μαθήτρια και Μυροφόρος. Πατέρες της Εκκλησίας μας την χαρακτηρίζουν σεμνή και σοφή παρθένον με ψυχική ωραιότητα. Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή είναι «ωραίο και ευγενικό παράδειγμα γυναικείας αφοσιώσεως, που φθάνει στην αυταπάρνηση και τον ηρωισμό. Γιατί ας μην έχη η γυναίκα την μυϊκή δύναμη του ανδρός, έχει όμως πλούτο αισθημάτων. Και είναι αλήθεια πως τους ήρωες δεν τους κάνει η σωματική ρώμη, αλλά η πίστη και η ευψυχία. "Ηρίστευσαν γυναίκες τω σω Σταυρώ κρατυνθείσαι, Χριστέ παντοδύναμε" ψάλλει η Εκκλησία μας»1.
Η καταγωγή της
Πατρίδα της ήταν η πόλη Μάγδαλα, γι' αυτό ονομάσθηκε Μαγδαληνή, εκ του τόπου καταγωγής της. Τα Μάγδαλα, κατά πάσα πιθανότητα, ευρίσκοντο στην Γαλιλαία, επί της δυτικής όχθης της λίμνης Τιβεριάδος. Καταγόταν από πλούσια και επιφανή οικογένεια. Οι γονείς της, ο Σύρος και η Ευχαριστία, ήταν εξαιρετικά ελεήμονες και φιλεύσπλαχνοι. Ζούσαν με φόβο Θεού, τηρούσαν τις εντολές του παλαιού Νόμου (Μωσαϊκού), γιατί αυτός ο Νόμος επικρατούσε τότε, αν και πλησίαζε το τέλος του. Γεννούν, λοιπόν, οι μακάριοι αυτοί γονείς την μακαρία Μαρία. Όταν άρχισε αυτή να μεγαλώνη, δεν θέλησε να ασχοληθή με τα συνηθισμένα έργα των γυναικών της εποχής, δηλ. να υφαίνη και να γνέθη και να φτιάχνη λαμπρά υφάσματα, αλλά διάλεξε να επιδοθή στις σπουδές και πήγε κοντά σε διδάσκαλο να μάθη γράμματα, κατά τον βιογράφο της Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο2. Έτσι μελέτησε όλη την Παλαιά Διαθήκη και ιδιαιτέρως αγάπησε το Ψαλτήριον και τις Προφητείες. Εντρυφώντας στα βιβλία αυτά, ανίχνευε τις προρρήσεις των Προφητών για την έλευση του Χριστού και Μεσσίου. Μετά τον θάνατο των γονέων της, ενώ είχε πλέον κάθε ελευθερία και εξουσία να περάση την ζωή της μέσα στη ραθυμία, την άνεση και την πολυτέλεια, συνέχισε να ζη με μελέτη και προσευχή. Την τρυφή και κάθε είδος αναπαύσεως απέφευγε, την καλοπέραση και τις ηδονές απέρριπτε. Μοίραζε τα πλούτη της και τα υπάρχοντά της σε όποιους είχαν ανάγκη. Με την ελεήμονα καρδιά της και την γενναιόδωρη μεγαλοψυχία της, άδειαζε τα επίγεια ταμεία της και συγκέντρωνε στα ουράνια θησαυρούς άφθαρτους και αιώνιους. Διάλεξε να ακολουθήση τον δρόμο της αγνείας και παρθενίας. Για να διαφύλαξη την καθαρότητα σώματος και ψυχής, απέφευγε τις πολλές συναναστροφές και κοσμικές εκδηλώσεις. Αυτήν την υψηλή, ενάρετη και ένθεη πολιτεία της βλέποντας ο εχθρός του ανθρωπίνου γένους, μισόκαλος Διάβολος, εφθόνησε και εφοβήθη. Ορμά εναντίον της με όλη του την δύναμη. Την πολιορκεί με τα σκοτεινά και πονηρά μηχανεύματα και τεχνάσματά του και στέλνει επτά πονηρά πνεύματα που την κυριεύουν3.
Περί των επτά δαιμονίων
Από τα επτά πονηρά πνεύματα ο Κύριος την εθεράπευσε και την ελύτρωσε. Διότι η μακαρία πλησίασε τον Δεσπότη και Σωτήρα Ιησού Χριστό με θερμή καρδιά και πίστη και έλαβε από τον Ιατρό των ψυχών και των σωμάτων την ίαση και θεραπεία.
Διαβάζομε στο κατά Λουκάν άγιο Ευαγγέλιο (Λουκ. η', 1-3) «Κατά τον χρόνο που ακολούθησε, περνούσε ο Κύριος κάθε πόλη και χωριό, και εκήρυττε και εδίδασκε το χαρμόσυνο άγγελμα της βασιλείας του Θεού. Μαζί με αυτόν ήταν και οι δώδεκα μαθητές και μερικές γυναίκες, οι οποίες είχαν θεραπευθή από Αυτόν από νόσους και βασανιστικές παθήσεις και από πνεύματα πονηρά και από ασθένειες. Η Μαρία, η οποία ελέγετο Μαγδαληνή, και από την οποία είχαν εκδιωχθή επτά δαιμόνια και η Ιωάννα, σύζυγος του Χουζά, ο οποίος ήτο οικονομικός διαχειριστής του Ηρώδη και η Σουσάννα και άλλες πολλές, οι οποίες υπηρετούσαν Αυτόν και προσέφεραν για την συντήρηση Αυτού και των Αποστόλων από τα υπάρχοντά τους».
Ο φιλάγαθος λοιπόν και φιλεύσπλαγχνος Κύριος την εθεράπευσε δια της χάριτός Του και την ελευθέρωσε από τα επτά δαιμόνια. Και αυτή συναισθανόμενη την μεγάλη ευεργεσία, γεμάτη ευγνωμοσύνη για τα αγαθά που αξιώθηκε, άφησε τα πάντα και άρχισε να ακολουθή τον Σωτήρα και Διδάσκαλο, όπως έκαναν οι Μαθητές και Απόστολοι. Απεκδύθηκε κάθε κακία και ενδύθηκε κάθε αρετή και αγαθότητα η μακαρία Μαρία. Για τα επίγεια και για τους συγγενείς καθόλου πλέον δεν ενοιάζετο. Για τα αγαθά του κόσμου, πλούτη, δόξα, ωραιότητα, καθόλου δεν εφρόντιζε. Έβλεπε τους χωλούς να θεραπεύονται, τους τυφλούς να αναβλέπουν, τα δαιμόνια να εκδιώκονται, να επιτιμώνται και να διασκορπίζονται από τον Δεσπότη Χριστό, τους παραλύτους να περπατούν. Από όλα αυτά και από τις μαρτυρίες των Γραφών καταλάβαινε ότι Αυτός είναι ο αναμενόμενος ελευθερωτής του Ισραήλ. Αναγνώριζε ότι και άλλοι βέβαια, συνέβη να κατορθώσουν θαύματα, αλλά όχι με τέτοια εξουσία, με τέτοια δύναμη. Εκείνοι τα κατώρθωναν με προσευχή και σαν δούλοι. Σ' Αυτόν, όμως, το «Σοι λέγω» και το «Θέλω. καθαρίσθητι» ελέγοντο με μεγάλη εξουσία και κυριότητα.
Μυροφόρος
Οι Νικόδημος και Ιωσήφ ενταφίασαν το άγιο Σώμα του Κυρίου, αφού το άλειψαν μόνον με σμύρνα και αλόη. Αρώματα δεν επρόφθασαν να βάλουν, γιατί επλησίαζε ήδη η νύκτα. Μετά τον ενταφιασμό αποχωρούν. Οι Μαθήτριες όμως δεν φεύγουν από τον Τάφο. Δεν μπορούν να αποχωριστούν τον λατρευτό τους Διδάσκαλο και Σωτήρα, ακόμη και τώρα που Εκείνος είναι νεκρός. Τώρα πιο πολύ επιθυμούν να εκφράσουν την αγάπη τους. Τα δάκρυα κυλούν ασταμάτητα. Θρήνοι, αναφιλητά, ανακατεμένα με προσευχές, με ψιθύρους, με αναστεναγμούς. Σιγά-σιγά αρχίζει να πέφτη η νύχτα και το σκοτάδι να απλώνεται μέσα στον κήπο. Οι Μαθήτριες πρέπει να φύγουν. Όχι όμως για να κρυφθούν. Οι Απόστολοι κρύφθηκαν «δια τον φόβον των Ιουδαίων». Αυτές θα επιστρέψουν στον Τάφο, Μυροφόρες, φέρνοντας μύρα και αρώματα ακριβά και πολύτιμα, για να «μυρίσουν» το άχραντο Σώμα δηλ. να το αλείψουν με αρώματα και μύρα. Να προσφέρουν στο Πανάγιο Σώμα Του τις νεκρικές τιμές, το λατρευτικό τους τελευταίο ιερό καθήκον στον Διδάσκαλο.
'Ετσι η Μαρία η Μαγδαληνή με τις άλλες γυναίκες επιστρέφουν στα Ιεροσόλυμα και αγοράζουν αμέσως τα μύρα από την Παρασκευή το βράδυ, διότι το Σάββατο υπήρχε αργία, σύμφωνα με τον Νόμο. Το εσπέρας του Σαββάτου, όταν η αργία θα λήξη, θα αγοράσουν κι άλλα αρώματα16. «Κατακολουθήσασαι δε αι γυναίκες, αίτινες ήσαν συνεληλυθυίαι αυτώ εκ της Γαλιλαίας, εθεάσαντο το μνημείον και ως ετέθη το σώμα αυτού. Υποστρέψασαι δε ητοίμασαν αρώματα και μύρα. Και το μεν Σάββατον ησύχασαν κατά την εντολήν» (Λουκ. κγ', 55-56). Περιμένουν να περάση η ημέρα του Σαββάτου. Ησυχάζουν την ημέρα της αργίας που επιβάλλει ο Νόμος. Με υπομονή, με σύνεση, με ωριμότητα, καρτερικές και συγκρατημένες. Κι ας συγκλονίζονται οι ψυχές τους από τα πιο δυνατά και ιερά συναισθήματα. Και η θαυμαστή Μαρία η Μαγδαληνή, με θάρρος, με αυταπάρνηση, άφοβη, το βράδυ του Σαββάτου, ενώ ξημερώνει η Κυριακή, ξεκινά για τον Τάφο του Ιησού μαζί με τις άλλες Μυροφόρες γυναίκες. «Τη δε μια των σαββάτων όρθρου βαθέος ήλθον γυναίκες επί το μνήμα φέρουσαι α ητοίμασαν αρώματα, και τίνες συν αυταίς» (Λουκ. κδ', 1). Βρίσκονται οι άγιες και ηρωικές αυτές γυναίκες σ' ένα ξένο τόπο. Διατρέχουν τόσους κινδύνους. Τίποτε, όμως, δεν τις σταματά στον δρόμο τους. Δεν υπολογίζουν θυσίες, δεν υπολογίζουν την ζωή τους. «Το ασθενέστερον γένος ανδρειότερον εφάνη τότε», γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
«Μάθε εξ ημών, πόση είναι η προθυμία της γυναικείας φύσεως εις τα καλά έργα και πόση η των ανδρών. Των γυναικών την καλήν βουλήν ( = απόφαση) δεν ηδυνήθη να την εμποδίση ούτε η ασθένεια της γυναικείας φύσεως, ούτε η δυσφημία η οποία ακολουθεί εις όσας περιπατούσι την νύκτα, ούτε ο κοινός φόβος, όστις εκράτει ( = κυρίευσε) τότε όλους τους φίλους του Χριστού, ούτε η έχθρα της συναγωγής, ούτε η μέθη των στρατιωτών, ούτε το αξίωμα του Πιλάτου, ούτε η βαρεία βουλή των αρχιερέων, ούτε ο επικείμενος μέγας λίθος εις το μνήμα. Πάντα τα δύσκολα έδειξεν η προθυμία των γυναικών εύκολα. Τους κινδύνους εθεώρησεν κέρδος, τας ζημίας αμοιβήν. Όλην την μεγάλην προθυμίαν των ανδρών έσβεσε μία μικρά απειλή παιδίσκης»17.
Ηρωική η αγία Μαρία η Μαγδαληνή, πρωτοπόρος της πίστεως. Ατρόμητη, αποφασιστική σαν μάρτυρας, δοσμένη ολόψυχα στον ιερό σκοπό της. «Αργά την νύκτα της εβδομάδος, ήλθεν η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία για να ιδούν τον τάφον» (Ματθ. κη', 1). Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή έχει μία ξεχωριστή θέση μέσα στον όμιλο των Μυροφόρων και Μαθητριών. Βλέπομε ότι και οι τέσσερις Ευαγγελιστές αναφέρουν αυτήν πρώτη από όλες τις άλλες Μυροφόρες. «Και αφού πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν το βράδυ του Σαββάτου αρώματα για να έλθουν στον Τάφο και να αλείψουν τον Ιησού. Και πολύ πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδος, έρχονται στο μνημείο, την ώρα που ο ανατέλλων ήλιος άρχιζε να διαλύη το σκοτάδι» (Μάρκ. ιστ', 1-2). Ειδικά ο άγιος Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει μόνον γι' αυτήν στο Ευαγγέλιό του και αυτήν μόνο αναφέρει. Ξεκινάει μόνη της μέσα στη νύχτα. Ανυπομονεί να φτάση πρώτη στον Τάφο. Ήταν περισσότερο θερμή στην αγάπη της. Η Μαρία «πάνυ γαρ περί τον Διδάσκαλον φιλοστόργως έχουσα...» γράφει ο ιερός Χρυσόστομος18. Καθώς φτάνει, βρίσκει τον Τάφο αδειανό, τον λίθο αποκεκυλισμένο. Και τότε σκέφτεται ότι κάποιοι έκλεψαν το Άγιο Σώμα του Ιησού (Ιω. κ', 1).
Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ'. Τη υπερμάχω
Ως Μυροφόρον του Σωτήρος και Μαθήτριαν Μαγδαληνή και Αποστόλων ισοστάσιον. Ανυμνούμεν σε Μαρία και εκβοώμεν. Παρρησίαν κεκτημένη προς τον Κύριον. Καθικέτευε λυτρούσθαι πάσης θλίψεως Τους βοώντας σοι. χαίροις Λόγου Μαθήτρια.
Ήχος β'. Ότε εκ του ξύλου.
Μύροις των θερμών σου πρεσβειών, ω Μαγδαληνή Μυροφόρε, Χριστόν ιλέωσαι, τον φιλανθρωπότατον, Θεόν δεόμεθα, όπως πάσης ρυώμεθα, ανάγκης και βλάβης, και ποικίλων θλίψεων, και περιστάσεων, πάντες οι τη ση προστασία, σπεύδοντες εν πίστει Μαρία, και τους σους καμάτους μακαρίζοντες.
Ευαγγελίστρια της Αναστάσεως
Δεύτε από θέας γυναίκες ευαγγελίστριαι, και τη Σιών είπατε. Δέχου παρ' ημών χαράς ευαγγέλια της Αναστάσεως Χριστού.19
Φαίνεται από τα άγια Ευαγγέλια ότι η θαυμαστή Μαρία η Μαγδαληνή πήγε πολλές φορές εκείνο το βράδυ του Σαββάτου στον Τάφο. Πήγε πρώτα μαζί με την Θεοτόκο νύχτα ακόμη, πολύ πριν ξημερώση (Βλ. Ματθ. κη', 1-10). Πήγε μαζί με άλλες γυναίκες αργότερα (Λουκ. κδ' 1-10 και Μάρκ. ιστ', 1-8). Ήρθε ακόμη μία φορά μαζί με τους Αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη (Ιω. κ', 1-10). Οι ευσεβείς Μυροφόρες γυναίκες αξιώθηκαν αυτές πρώτες να ακούσουν από Άγγελο Κυρίου το ευφρόσυνο μήνυμα ότι «ηγέρθη ο Κύριος» και να γίνουν πρώτες και αψευδείς μάρτυρες της Αναστάσεως.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μας αναφέρει περί της επισκέψεως των Μυροφόρων στον τάφο: «Οι Μυροφόρες ήταν πολλές και ήλθαν στον τάφο όχι μία φορά αλλά δύο και τρεις φορές, συντροφιά μεν αλλ' όχι οι ίδιες και κατά τον όρθρο όλες, αλλά όχι την ίδια ώρα ακριβώς. Η δε Μαγδαληνή ήλθε πάλι μόνη της και έμεινε περισσότερο. Πρώτη απ' όλες ήλθε στον τάφο του Υιού του Θεού η Θεοτόκος, έχοντας μαζί της την Μαρία την Μαγδαληνή... Η Παρθενομήτωρ έφθασε την στιγμή που γινόταν ο σεισμός, αποκυλίσθηκε η πέτρα και ανοιγόταν ο τάφος και οι φύλακες ήταν παρόντες, αν και συγκλονισμένοι από τον φόβο. Γι' αυτό μετά τον σεισμό αυτοί ανασηκώθηκαν και εκοίταξαν αμέσως να φύγουν, ενώ η Θεομήτωρ εντρυφούσε στην θέα. Εγώ, πάντως, νομίζω ότι γι' Αυτήν πρώτη ανοίχθηκε ο ζωηφόρος εκείνος Τάφος. Ότι γι' Αυτήν άστραψε έτσι ο άγγελος, ώστε αν και ήταν ακόμη σκοτάδι, Αυτή με το πλούσιο φως του αγγέλου όχι μόνο να δη ότι ο τάφος ήταν άδειος, αλλά και τα εντάφια να είναι τακτοποιημένα και πολυτρόπως να μαρτυρούν την έγερση του ενταφιασθέντος. Ήταν δε προφανώς ο ευαγγελιστής άγγελος ο ίδιος ο Γαβριήλ, ο οποίος λέγει στις γυναίκες που ήσαν μαζί με την Θεοτόκο: "Μη φοβείσθε εσείς, ζητείτα τον Ιησού τον σταυρωμένον; Αναστήθηκε. Ιδού ο τόπος όπου εκειτόταν ο Κύριος..." Η θεομήτωρ Παρθένος συνοδευομένη από τις άλλες Μυροφόρες επέστρεψε και ιδού ο Ιησούς τις συνάντησε λέγοντας. "χαίρετε". Η Θεοτόκος, όταν συνάντησε τον Υιό της και Θεό, πρώτη από όλες τις άλλες είδε και αναγνώρισε τον Αναστάντα, και προσπίπτοντας έπιασε τα πόδια Του και έγινε Απόστολός Του προς τους Αποστόλους. Η Θεοτόκος πριν από όλους, Αυτή είδε τον Αναστάντα και απήλαυσε τη θεία ομιλία Του. ...Πρώτη και μόνη άγγιξε τα άχραντα πόδια Του, έστω και αν οι Ευαγγελισταί δεν τα λέγουν φανερά όλα αυτά, μη θέλοντας να προσαγάγουν ως μάρτυρα της Αναστάσεως την Μητέρα, για να μη δώσουν αφορμή υποψίας στους απίστους»20.
Μας αποκαλύπτει λοιπόν ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, κινούμενος από αγάπη, αυτό που αναφέρεται συνεσκιασμένα από τους Ευαγγελιστές, ότι πρώτη απ' όλους τους ανθρώπους, η Θεοτόκος δέχθηκε το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως του Κυρίου. Και ότι η αγία Μαρία η Μαγδαληνή και οι άλλες γυναίκες Μυροφόρες που είχαν έλθει ως τότε δεν κατενόησαν την σημασία των λόγων του αγγέλου και δεν εγνώρισαν αμέσως την αλήθεια. Διαπίστωσε μόνον την κένωση του Τάφου και έτρεξε η Μαρία η Μαγδαληνή στους Αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη και τους μετέφερε μόνον αυτό, ότι δηλ. ο τάφος είναι άδειος. Και όταν η Θεοτόκος, μαζί με άλλες γυναίκες, επέστρεφε και συνήντησε στον δρόμο τον Ιησού και μίλησε μαζί Του και έπιασε τα άχραντα πόδια Του, η αγία Μαρία η Μαγδαληνή δεν ήταν μαζί με την Μητέρα του Θεού, διότι είπε στους Αποστόλους: «εσήκωσαν τον Κύριο από το μνήμα και δεν γνωρίζουμε πού Τον τοποθέτησαν». Δεν είχε καταλάβει ακόμη τίποτε περί της Αναστάσεως. Οι δύο Μαθητές ήρθαν στον Τάφο τρέχοντας. Διαπίστωσαν ότι όσα τους είπε η γυναίκα ήταν αληθινά. Μέσα στον άδειο τάφο ο Πέτρος με τον Ιωάννη είδαν τα οθόνια και το σουδάριον και έφυγαν. Η Μαρία η Μαγδαληνή, όμως, μένει κοντά στον Τάφο και κλαίει γοερά: «Ίστατο η Μαρία, έξωθεν του μνημείου κλαίουσα» (Βλ. Ιω. κ', 11). Κλαίει, γιατί χάθηκε το Σώμα του Κυρίου της και δεν ξέρει ποιος το πήρε.
Ισαπόστολος
Μετά από όλα αυτά η Μαρία η Μαγδαληνή έμεινε στα Ιεροσόλυμα, μαζί με την Υπεραγία Θεοτόκο και τις άλλες γυναίκες. Ύστερα από την Ανάληψη του Κυρίου στους Ουρανούς, όπως διαβάζομε στις Πράξεις των Αποστόλων, συνήθιζαν να συγκεντρώνονται στο υπερώον και να προσεύχονται μαζί με τους Αποστόλους και όλους τους Μαθητές του Κυρίου. «Όλοι αυτοί με μια ψυχή και με μια καρδιά ακούραστα προσεύχονταν και εδέοντο στον Θεό μαζί και με άλλες ευσεβείς γυναίκες, που είχαν ακολουθήσει τον Κύριο, όπως επίσης μαζί με την Μαρία την μητέρα του Ιησού και με αυτούς που ενομίζοντο αδελφοί του» (Πράξ. α', 14). Εκεί στα Ιεροσόλυμα, η αγία Μαρία η Μαγδαληνή επιδόθηκε σε σπουδαίο φιλανθρωπικό έργο μαζί με την Θεοτόκο, μοιράζοντας τα πλούτη της στους φτωχούς.
Ύστερα από την Επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής, οι Απόστολοι διασκορπίσθηκαν σε διάφορους τόπους για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο, σ' όλα τα έθνη και σ' όλους τους λαούς, όπου τους κατηύθυνε το Άγιο Πνεύμα. Και η μακαρία Μαρία, όπως λέγει κάποια παράδοση, ξεκίνησε να φθάση στην Ρώμη, για να ζητήση από τον Καίσαρα Τιβέριο31 να αποδώση δικαιοσύνη για τον άδικο θάνατο του Ιησού Χριστού. Ακολουθώντας τον δρόμο και την ζωή των Αποστόλων, αρχίζει την μακρινή οδοιπορία, καταφρονώντας κόπους, εμπόδια και δυσκολίες. Καθ' οδόν διδάσκει και κηρύττει. Διηγείται και διακηρύττει την Ανάσταση του Κυρίου. «Και ποιος μπορεί να διηγηθή τις δυσκολίες που της έτυχαν στην οδοιπορία; και πόσον πλήθος προσείλκυσε στην πίστη δια της σαγήνης του Ευαγγελίου; Αυτά τα γνωρίζουν καλώς όσοι μελετούν με σπουδή και επιμέλεια τα χρονικά της Ιταλίας, εις τα οποία σώζονται ιστορίες ότι πολύ εδοξάσθη η μακαρία από τον Θεό» γράφει ο Νικηφ. Κάλλιστος Ξανθόπουλος. Και συνεχίζει: «Αλλά και προς αυτόν τον Καίσαρα Τιβέριον παρουσιάσθηκε και καλά εξετέλεσε την αποστολή της. Δεν θα πίστευε ποτέ κανείς ότι θα είχαν καλύτερο τέλος -όσα δηλαδή έπρεπε να πάθουν- αυτοί που εσταύρωσαν τον Χριστό, ο Άννας, ο Καϊάφας και ο Πιλάτος, καθώς ιστορούν άνθρωποι φιλαληθέστατοι». Αφού δικάσθηκαν και τιμωρήθηκαν οι σταυρωτές του Κυρίου, η μακαρία Μαρία η Μαγδαληνή κατήχησε τους πιστούς στην Ρώμη και τους στερέωσε στην πίστη -συνεχίζει ο ίδιος βιογράφος. Και αφού κήρυξε στην Ρώμη, περιηγήθηκε όλη την Ιταλία και Γαλλία. Και επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα, αφού πρώτα πέρασε από την Αίγυπτο, την Φοινίκη, την Συρία και την Παμφυλία. Σ' όλες αυτές τις χώρες εδίδασκε και εκήρυττε το Ευαγγέλιο και την πίστη στον Αναστάντα Ιησού. Στα Ιεροσόλυμα μικρό διάστημα παρέμεινε μαζί με την Υπεραγία Θεοτόκο, ως την Κοίμησή της.
Κατά την παράδοση της Εκκλησίας μας, η αγία Μαρία Μαγδαληνή μετέβη κατόπιν στην Έφεσο, όπου ζούσε και εδίδασκε ο ηγαπημένος μαθητής, ο υιός της βροντής, Ιωάννης. Στην Έφεσο συναντήθηκε με τον Μαθητή, συμμετείχε στο κήρυγμά του και έγινε βοηθός του και συμπαραστάτης του στις δοκιμασίες και στις θλίψεις του, στην φυλάκισή του και σε όλα του τα δεινά. Στην Έφεσο, η Αγία, οδήγησε πολλούς στην πίστη και στην επίγνωση της αλήθειας. Ο λαός της Εφέσου την ετίμησε και την ευλαβήθηκε δεόντως. Μετά τον θάνατό της το πάντιμον και πάνσεπτον σώμα της ενταφιάσθηκε οσιοπρεπώς από τον άγιο Απόστολο και Ευαγγελιστή Ιωάννη, σ' ένα σπήλαιο κοντά στην Έφεσο, σαν πολύτιμος θησαυρός. Κατά την ώρα της ταφής, επιτελέσθηκαν πολλά θαύματα, καθώς και τους μετέπειτα χρόνους, μέχρι της σήμερον, η Αγία δεν σταμάτησε να θαυματουργή. Το έτος 890 μ.Χ. ο βασιλεύς Λέων Στ' ο Σοφός (886-912), έκανε ανακομιδή του αγίου λειψάνου της και το μετέφερε από την Έφεσο στην Κωνσταντινούπολη. Μαζί με τον αδελφό του Αλέξανδρο, το έλαβε επάνω στους ώμους του και το απέθεσε με ευλάβεια στον Ναό που αυτός έκτισε επ' ονόματι του Αγίου και Τετραημέρου φίλου του Χριστού Λαζάρου στην Κωνσταντινούπολη. Το άγιο λείψανο τοποθετήθηκε μάλιστα στο αριστερό μέρος του Ιερού Βήματος, μέσα σε ασημένια θήκη. «Τελείται δε αυτών η Σύναξις», την 4η Μαΐου, «εν τη ευαγεστάτη Μονή τη παρά του αυτού βασιλέως επ' ονόματι του Αγίου Λαζάρου συστάση». Εκ του κοινού αυτού εορτασμού της ανακομιδής των λειψάνων της Αγίας μετά του Αγίου Λαζάρου, στην Μονή του οποίου εναπετέθησαν υπό του βασιλέως Λέοντος, πολλοί εταύτισαν την αγία Μαρία Μαγδαληνή, λανθασμένα, με την αγίαν Μαρίαν, την αδελφή του Λαζάρου, η οποία είναι διαφορετικό πρόσωπο32.
Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη της αγίας Μυροφόρου και Ισαποστόλου Μαρίας Μαγδαληνής την 22 Ιουλίου. Επίσης την συνεορτάζει μαζί με τις άλλες Μυροφόρες Άγιες Γυναίκες, την τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα, την Κυριακή των Μυροφόρων. Η ανακομιδή των λειψάνων της εορτάζεται στις 4 Μαΐου.
Και αναφέρομεν επίσης και τούτο, ότι της Μυροφόρου και Ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαληνής η ιερά χειρ, βρίσκεται στην Ιερά και Σεβάσμια Μονή της Σιμωνόπετρας, στο Αγιώνυμον Όρος του ΆΘω, θαύματα βρύουσα και χάριτας ιαμάτων πηγάζουσα ως ποταμός αένναος.