Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ· πλήρης ο ουρανός και η γη της Δόξης Σου. Ωσαννά εν τοις Υψίστοις· Ευλογημένος ο Ερχόμενος εν Ονόματι Κυρίου. (Άγιος, Άγιος, Άγιος είσαι Κύριε των Δυνάμεων· γεμάτος ο ουρανός και η γη από τη Δόξα Σου. Σώσε μας, Ύψιστε Θεέ· Ευλογημένος ο Ερχόμενος στο Όνομα Του Κυρίου).
English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012

Ιερά Μονή Παναγίας Τατάρνης (Δυτική Φραγκίστα - Ευρυτανία)

Το Μοναστήρι της Παναγίας Τατάρνης βρίσκεται σε μια γλώσσα ξηράς που εισχωρεί μέσα στην μεγάλη τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών. Πρίν μερικά χρόνια, ακριβώς κάτω απ' το Μοναστήρι κυλούσε τα γαλάζια νερά του ο Αχελώος.
Απέχει εβδομήντα περiπου χιλιόμετρα από το Καρπενήσι και εκατό περίπου από το Αγρίνιο. Oι δύο δρόμοι σμίγουν στη ...
Δυτική Φραγκίστα, το ωραίο και ζωντανό αυτό χωριό της Ευρυτανίας.

Η παράδοσις τοποθετεί την ίδρυση του Μοναστηριού στις αρχές του ΙΒ' αιώνος, συγκεκριμένα στο 1111. Πολλοί το θέλουν «Βασιλικό». «Βασιλομονάστηρο» το αποκαλούσαν oι παλαιοί και πίστευαν πως το έχτισε η Αγία Θεοδώρα, Βασίλισσα της Άρτας. Όμως η Άγία αυτή Βασίλισσα έζησε αργότερα, τουλάχιστον μετά εκατό χρόνια. Επομένως δεν μπορεi να είναι κτιτόρισσα, μπορεί όμως να βοήθησε για την ανάδειξί του.

Tι απέμεινε από το πρώτο εκείνο κτίσμα; Ερείπια μόνο στην θέσι «Παληομονάστηρο». Μπερδεύτηκαν τόσο με νεώτερα ερείπια και αναστατώθηκε τόσο η περιοχή με την κατολίσθησι του 1963 που είναι αδύνατον να ξεχωρισθούν τα πρώτα κτίσματα απ' τα δεύτερα. Έγινε μικρή κοσμογονία και ένας χαλασμός, που δεν ξεχωρίζει τίποτε. Υπάρχουν όγκοι ατόφιοι παλαιών κτιρίων, τοίχοι σύσσωμοι αναποδογυρισμένοι. Όλα φύρδην-μείγδην. Kαι η βλάστησις οργιάζει.

Απ' αυτό το παλαιό «Βασιλομονάστηρο» πρέπει να προέρχεται η ψηφιδωτή Ιερά Εικών της 'Ακρας Ταπεινώσεως τού ΙΒ'-ΙΓ' αιώνος, που σώζεται μέχρι σήμερα ως «θησαυρός απόθετος» στο Σκευοφυλάκειο της Μονής κι απ' αυτό απέμεινε το όνομα: Τατάρνα ή ορθότερα Τετάρνα. Τι σημαίνει; Δύσκολη η απάντησι. Ίσως έχει ρίζα βλαχική, όπως πολλά τοπωνύμια και όροι της ποιμενικής ζωής. Σημαίνει -χωρίς να είναι και βέβαιο- τόπο συγκεντρώσεως πολλών ανθρώπων ή ζώων. Σημαίνει πολλούς ή πολλά μαζί. Στά σερβοκροατικά σημαίνει τόπος με πλούσια βλάστησι. Αυτή ίσωc είναι η ορθότερη ετυμολογία.

Ήρθαν χρόνια δίσεκτα. Το Μοναστήρι αφανίστηκε. Ο τόπος έμεινεν έρημος. Μόνον Πινιανίτες βοσκοί κατέβαιναν με τα ποίμνιά τους απ' τα λειβάδια των Αγράφων για να παραχειμάσουν. Ο τόπος ήταν χειμαδιό. Ο Τούρκος πάτησε γερά το πόδι του και σε τούτα τα μέρη.

Όπου πατούσε άλογο, πατούσε και ο Τούρκος. Η κατάστασι που επικρατούσε σ' όλη τη χώρα ήταν τραγική. Η Ρωμιοσύνη ξεψυχούσε. Αλλ' ο ραγιάς, σαν από θαύμα δεν αφανίσθηκε. Ποδοπατήθηκε, πληγώθηκε, αναδιπλώθηκε, αλλά δεν ξεψύχησε. Μαζεύθηκε, έγλειψε μόνος του τις πληγές του, ξαπόστασε, συνήλθε και συνέχισε την πορεία του. Είναι το μεγάλο θαύμα που ηθελημένα λησμονούμε. Η επιβίωσις της πονεμένης Ρωμιοσύνης. Και όχι μόνον η επιβίωσις αλλά και η ανάκαμψις. Αρχίζει να γλυκοχαράζει. Από πολύ νωρίς...

Βρισκόμαστε στά 1555. Στον έρημο αυτόν τόπο εμφανίζονται δύο πατέρες απ' την Μονή των Μεγάλων Πυλών, απ' το Μοναστήρι του Δουσίκου. Ο προηγούμενος ιερομόναχος Μεθόδιος καί ο μοναχός Δαβίδ. Τι τους τράβηξε και ήλθαν σε τούτη την ερημιά; Οπωσδήποτε η φήμη του παληού Μοναστηριου καί ο ζήλος να το ξαναχτίσουν, να του δώσουν πάλι ζωή... Εν τω μεταξύ η συνθήκη του Τσαμασιού που είχε υπογραφή λίγα χρόνια πρίν (1546) έδωσε μια σχετική ανεξαρτησία στο Αρματωλίκι των Αγράφων. Άρχισε έτσι μια πλημμυρίδα. Τα βουνά παρείχαν ασφάλεια, στους κάμπους αλώνιζε ο Τούρκος. Σιγά-σιγά τα βουνά γεμίζουν, τα χωριά αυξάνουν καινούργια μοναστήρια χτίζονται. Είκοσι τον αριθμόν. Και δεν διατηρείται κανένα... Ξεκινούν λοιπόν το έργο με αυταπάρνησι. Έργο δύσκολο ακόμη και με τα σημερινά δεδομένα. Δώδεκα ώρες με τα πόδια το Καρπενήσι, δώδεκα το Βραχώρι, δώδεκα ο Κραβασαράς. Όλα κουβαλιώνται με τα μουλάρια. Αλλ' η θερμή τους πίστις εθαυματούργησε.

Oι Πινιανίτες ευχαρίστως τραβήχτηκαν και άφησαν χώρο για την οικοδομή και για καλλιέργεια. Σ' ένα χρόνο το Μοναστήρι στήθηκε. Μεγαλόπρεπο, απλόχωρο, εφάμιλλο του παλαιού. Με υποστατικά, με μετόχια, με ποίμνια. Αυτό φαίνεται καθαρά στην διαθήκη του κτίτορος μοναχού Δαβίδ που την έγραψε έναν χρόνο μετά την άφιξί του, δηλαδή το 1556. Είναι γραμμένη σε περγαμηνή και σώζεται μέχρι σήμερα. Εκεί αναφέρονται λεπτομερώς τα όσα έγιναν μέσα σ'ένα χρόνο και πώς έλαβεν αρχή αύτό το εξαίσιον έργο. Τον ίδιο χρόνο ο Οικουμενικός Πατριάρχης Διονύσιος, με σωζόμενο σιγίλιο ανακηρύσσει την Μονή Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική. Στο σιγίλιο αυτό η Μονή ονομάζεται Παναγία Φανερωμένη. Τεκμήριο αδιάψευστο, ότι κάποια Εικόνα της Παναγίας βρέθηκε-φανερώθηκε. Δεν πρόκειται βέβαια για την ψηφιδωτή Εικόνα του Χριστού που αναφέραμε πιο πάνω. Το σιγίλιο ομιλεί για Παναγία Φανερωμένη. Επομένως σκάβοντας για το νέο μοναστήρι, βρήκαν στα ερείπια του παλαιού την Εικόνα της Παναγίας. Ίσως οι δύο πατέρες να οδηγήθηκαν εδώ κατά τρόπο θαυμαστό για να ανεύρουν την Εικόνα τής Παναγίας, όπως συνέβη και με τον ευλαβή εκείνον ποιμένα.

Eίναι απορίας άξιον πώς σε μια τόσο δύσκολη εποχή που oι ιστορικοί ονομάζουν «έποχή έξοντώσεως τού Ελληντσμού», κατάφεραν δύο «ρακενδύται» μοναχοί να ανοικοδομήσουν τέτοιο μοναστήρι καί σ' ένα τόπο που «ες αεί ξύντροφον έχει την πενίαν». Μάλιστα τον επόμενο χρόνο το Μοναστήρι ανεγνωρίσθη διά σιγιλίου Σταυροπηγιακο και Πατριαρχικό, επί Οίκουμενικού Πατριάρχου Διονυσίου (1556). Μοιάζει σαν την ράβδο του Ααρών που αμέσως βλάστησε, πέταξε κλαδιά και κάρπισε. Μετά από λίγα χρόνια αγιογραφήθηκε το Καθολικό (Καθολικό λέγεται ο κεντρικός ναός της Μονής, όπου γίνονται oι λατρευτικές συνάξεις και απαραιτήτως oι Θ.Λειτουργίες των Κυριακών και των Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών). Ακόμη απέκτησε κειμήλια πανάκριβα και σπανίας τέχνης, όπως ο Επιτάφιος του 1584. H ίδρυσις και ανάπτυξις σε τόσο μικρό διάστημα της Μονής είναι ένα αίνιγμα που μόνο σε θαύμα μπορεί να αποδοθή. Βέβαια μετά το 1580 θα πρέπει το Μοναστήρι να βοηθήθηκε πολύ απ' τον Σκαρλάτο. Καταγόταν απ' τ' Άγραφα. «Τα αποτομώτατα όρη των Αγράφων των εδικών μας, την ρίζαν και την πηγήν του μακαρίτου και περιβοήτου Σκαρλάτου έχουν», όπως θα έγραφε αργότερα Ευγένιος ο Αιτωλός. Ξενιτεύθηκε. Πήγε στην Κων/πολι. Έγινε «σεϊτζής» δηλαδή διαχειριστής των δημοσίων φόρων. Άπέκτησε τεράστια περιουσία. Ένα εκατομμύριο χρυσά νομίσματα, εκτός της ακινήτου. Είναι ο πρόγονος των Μαυροκορδάτων και των Σκαρλάτων, ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας. Αυτός φρόντισε πολύ το Μοναστήρι που είχεν ιδρυθή «εις τας υπωρείας των Αγράφων», της πατρίδος του. Αυτός ανήγαγεν εις περιωπήν την «Ιεράν Μονήν Ιlαναγίας της Φανερωμένης τουπίκλην Τετάρνης» την εν τω Λευκοποτάμω.

Οφείλονται χάριτες στην Αρχαιολόγο Μαρία Θεοχάρη που με τις έρευνές της έφερεν εις φως αυτή την ξεχασμένη προσωπικότητα που έγινε από τους πρώτους ισχυρούς Φαναριώτες και βοήθησε τους κατατρεγμένους Ρωμιούς.

Έκτοτε το Μοναστήρι διαδραματίζει σοβαρό και πρωτεύοντα ρόλο στα πράγματα της περιοχής. Η θέσις του δίπλα στο πέρασμα του γεφυριού της Τατάρνας, απ' όπου οπωσδήποτε έπρεπε να περάσουν όσοι ήθελαν να. πάνε για Βάλτο, Άγραφα ή και Θεσσαλία ακόμη, η φιλόξενη διάθεσις των πατέρων, η αγάπη τους για την ελευθερία, κάνουν το Μοναστήρι φάρο φωτεινό μέσα στην «μελαμβαφή», σκοτεινή, ασέληνη και ατέλειωτη νύχτα της σκλαβιάς. Η φιλοξενία που παρείχε έμεινε παροιμιώδης. Ακόμα και σήμερα σ' όλη σχεδδν την Ρούμελη, όταν θέλουν να επαινέσουν κάποιον για την φιλοξενία του του λένε: «Τατάρνα τόκαμε το σπίτι του». Και ήταν τότε η φιλοξενία μεγάλη παρηγοριά γιατί υπήρχε φτώχεια, κατατρεγμός και ολοήμερες οδοιπορίες. Οι οπλαρχηγοί του Αρματωλικίου των Αγράφων και του Βάλτου είχαν το Μοναστήρι «πασά-κονάκι». Σώζονται ενθυμήσεις σε παληά βιβλία για παραμονή εδώ του Κατσαντώνη (ο οποίος μάλιστα εδώρησε μια μεγάλη ασημένια κανδήλα, αρίστης τέχνης, που σώζεται μέχρι σήμερα) του Ράγκου, του Λεπενιώτη, του Ανδρούτσου, του Καραϊσκάκη.

Ήταν ακόμη ορμητήριο γι' αγώνες απελενθερωτικούς. Πολλά επαναστατικά κινήματα ξεκίνησαν απ' εδώ. Ο ηρωϊκός Μητροπολίτης Λαρίσης Διονύσιος ο Φιλόσοφος, ο αποκαλούμενος από τους εχθρούς του Σκυλόσοφος, απ' το Μοναστήρι της Τατάρνας ξεκίνησε το 1601 την επανάστασί του. Την επανάστασι εκείνη που τόσο τραγικό τέλος εiχε. Όμως ο κατακτητής έβλεπε... κι' αν δεν έβλεπε διαισθανόταν ότι κάτι μαγειρεύεται μέσα κει. Γι' αυτό το Μοναστήρι «πατήθηκε», εδηώθη και κατεστράφη από ορδές Τουρκαλβανών τουλάχιστον ένδεκα φορές μέχρι την Επανάστασι του '21. Ξαναχτιζόταν και πάλι εις πείσμα του κατακτητή, και πάλιν γινόταν κρησφύγετο κλεφτών και αρματωλών και κέντρο συνωμοσιών. Για να καταστραφή εκ νέου...

Σώζονται δραματικές εκκλήσεις των πατέρων της Μονής προς τους ηγεμόνες Μολδαυίας και Βλαχίας για βοήθεια. Εκεί μέσα εξιστορούνται τα δεινά της Μονής και οι καταστροφές της από τους επιδρομείς. Ακόμη, μέσα στις επιστολές των Διδασκάλων του Γένους Ευγενίου του Αιτωλού και του μαθητού του Αναστασίου του Γορδίου, φαίνεται καθαρά η αγωνία του Μοναστηριού, oι θυσίες του για την ελευθερία, oι καταστροφές και oι διώξεις που υφίστατο απ' τις ορδές των υιών της Άγαρ, oι προσπάθειές του για ανάρρωσι. Πολλές φορές έφθασεν εις πέταυρα του Άδου. Αλλ' η προστάτις και έφορος Παναγία δεν αφήκε... Στο 1804 ερημώνεται εντελώς για 8 μήνες, 800 Αρβανίτες πατούν το Μοναστήρι, μένονν μέσα και ρημάζουν τα πάντα. Oι Πατέρες ξαναγύρισαν και η ζωή συνεχίσθηκε. Όταν σήμανε η ώρα της Εθνεγερσίας, oι πατέρες δεν αρκέσθηκαν μόνον σε ευχές και δοξολογίες. Άδραξαν τ' άρματα, ζώστηκαν σπάθες και ακολουθώντας τον Ηγούμενό τους Κυπριανό πολέμησαν γενναία. Πολέμησαν στο πλευρό του Ανδρούτσου στην μάχη του γεφυριού της Τατάρνας (η πρώτη της Επαναστάσεως). Πολέμησαν στο πλευρό του Καραϊσκάκη στην μάχη της Κορομηλιάς. Πολέμησαν παντού όπου το χρέος προς την πατρίδα τους καλούσε.

Όλη η περιουσία του Μοναστηριού, κινητή, ακίνητη, ποίμνια, χρήματα, διετέθη για τον αγώνα. Έφθασε να σνντηρή εξ ιδίων πόρων τέσσαρες χιλιάδες πολεμιστές σε τροφές και τζιμχανέδες (πολεμοφόδια).

Ξεκίνησαν για τον αγώνα πενήντα πατέρες και επέστρεψαν μόνο δώδεκα κι' αυτοί γυμνοί, ξυπόλυτοι, σακατεμένοι. Οι υπόλοιποι έπεσαν στα πεδία των μαχών. Αυτοί που επέζησαν γύρισαν για να συνεχίσουν τους ειρηνικούς τους πια αγώνες. Με λαχτάρα περπατούσαν μέρες ολόκληρες για να δουν ξανά το αγαπημένο τους Μοναστήρι. Όταν επί τέλους πλησίασαν, η καρδιά τους άρχισε να χτυπά γοργά. Σε λίγο θάμπαιναν στήν μάνδρα τα σκορπισμένα πρόβατα του Χριστού. Αλλ' οποία απογοήτευσις! Τό Μοναστήρι τους ήταν στάχτη!

Στο 1823 ο Κούρτ Πασάς της Σκόντρας κατεβαίνοντας με τα φουσσάτα του για να πνίξη στο αίμα τους επαναστατημένους ραγιάδες της Ρούμελης, έκαψε το Μοναστήρι, εκδικούμενος την ανταρσία των μοναχών και την βοήθειά τους στον Αγώνα... Δεν έμεινε τίποτε όρθιο. Έμεινε όμως ορθή η θέλησις για δημιουργία. Και κάτι ακόμη: σώθηκαν τα κειμήλια χάρις στην προνοητικότητα των ολίγων γερόντων μοναχών που είχαν μείνει στο Μοναστήρι φρουροί καί «προσμονάριοι» του κανδηλιού της Παναγίας.

Με την ευλογία της Παναγίας έφθασε σε τέτοια ακμή, ώστε να γίνη ένα απ' τα πιο «περίπυστα», φημισμένα μοναστήρια της Ελλάδος. Με δωρεές και αγορές απέκτησε σημαντικές εκτάσεις γύρω. Η περιοχή εξημερώνεται, καλλιεργεiται. Κυρίως αμπέλια κι' εληές. Oι ακροποταμιές του Αχελώου και του Αγραφιώτη γεμίζουν μ' ελαιόδεντρα. Η αγριέλαιος μεταβάλλεται εις καλλιέλαιον. Ο τόπος ημερεύει. Oι πατέρες διαρκώς καί πληθύνονται. Λένε ότι έφθασαν τους 250 στις αρχές του ΙΖ' αιώνος, πράγμα διόλου απίθανο. Μαζεύονται και πολλοί λαϊκοί. Γίνεται μια κυψέλη πού βουΐζει απ' την εργατιά. Πολλοί κατατρεγμένοι απ' τον δυνάστη βρίσκουν καταφύγιο πίσω απ' τα τείχη της Μονής. Όλοι βρίσκουν θαλπωρή, ασφάλεια. Μένουν. Υπηρετούν στο Μοναστήρι. Άλλοι σαν κολλήγοι, άλλοι σαν βοσκοί, άλλοι σαν αγωγιάτες. Πλήθος πολύ τα ζώα και θέλουν ανθρώπους. Σιγά-σιγά ξεφυτρώνουν oι πρώτες καλύβες, τα πρώτα νοικοκυριά. Παντρεύονται, κάνουν οικογένειες. Γίνεται χωριό -η Τατάρνα. Όλοι ζουν φτωχικά, αλλ' αρμονικά κάτω απ' την προστατευτική σκιά του Μοναστηριού. Εδώ αναπνέουν ελεύθερα. Δεν φθάνει εύκολα το μολυσμένο χνώτο του κατακτητή. Και είναι γλυκό το ψωμί, όταν αισθάνεσαι ελεύθερος, όσο κι' αν δεν είναι «καθάριο».

Εν τω μεταξύ τα μετόχια πληθύνονται. Δραγαμέστο, Αιτωλικό, Βραχώρι. Εδώ ο ίδιος ο Αλή Πασάς ο Τεπελενλής δίδει στο 1810 «μπουγιουρδί», άδεια και χτίζεται ο Ιερός Μετοχιακός Ναός της Αγίας Τριάδος. Σώζεται ακόμη η άδεια με την ιδιόχειρη υπογραφή του στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Ήταν μεγάλο μετόχι που έπαιζε σπουδαίο ρόλο στην πνευματική ζωή του Αγρινίου. Το Μοναστήρι έστελνε εναρέτους πνευματικούς που πολύ ωφέλησαν τον λαό του Θεού στα δύσκολα εκείνα χρόνια. Εκεί διασώθηκαν και τα κειμήλια της Μονής στις ώρες του μεγάλου ξεσηκωμού. Μαρτυρούνται ακόμη μετόχια στην Θεσσαλονίκη, στην Πόλη, στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Oι πατέρες φθάνουν μέχρι την Αγία Ρωσία εκλιπαρώντας ελέη για να επουλώσουν τις συνεχείς πληγές.

Και η Γαληνοτάτη Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου, η Βενετία υπολογίζει σοβαρά το Μοναστήρι. Τα σύνορα με τις κτήσεις της είναι εδώ κοντά. Βρίσκεται σε συνεχή πόλεμο με τους Τούρκους. Άρα κάθε ανυπότακτος υπήκοος του Πατισάχ είναι σύμμαχός της. Τέτοιος ήταν και το Μοναστήρι της NUESTRA SINIORA DI TARNE, της Τατάρνας. Γίνεται κέντρο κατασκοπίας εναντίον των Τούρκων, κέντρο επαναστατικών ζυμώσεων. Η Γαληνοτάτη χαρίζει την εύνοιά της. Τέσσαρα ασημένια Άγια Ποτήρια και ένα βαρύ ασημένιο θυμιατό μαρτυρούν μέχρι σήμερα την ευγνωμοσύνη της Βενετίας. Ακόμη και χρυσό δουκάτο του δόγη Αλοΐσιο Μοντσενίγκο βρέθηκε στα ερείπια.

Και το Βασίλειο των Δύο Σικελιών δεν έμεινε ξένο από επαφές με το Μοναστήρι. Αλλά γι' αυτά γίνονται ακόμη επιστημονικές έρευνες.

Απο την μακρινή Ρωσία , έρχονται πλούσια δώρα. Ένας αδελφός της Μονής Δουσίκου ονόματι Αρσένιος γίνεται Αρχιεπίσκοπος Ελασσώνος. Συνοδεύει τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία τον Τρανό στο ταξίδι του για την Μόσχα στα 1586. Σκοπός η ανακήρυξις του Πατριαρχείου Μόσχας. Δεν επιστρέφει. Μένει για πάντα στον παγωμένο βορρά. Γίνεται Αρχιεπίσκοπος Αρχαγγέλων της Μεγάλης Ρωσσίας. Δεν ξεχνά την παλαιά του μετάνοια, ούτε την θυγατρική Μονή της Τατάρνας. Kαι απ' εκεί στέλνει πλούσια δώρα, εικόνες, εγκόλπια χειρόγραφα. Πολλά σώζονται μέχρι σήμερα.

Ζωή χωρίς γράμματα, τι ζωή μπορεί να είναι; Και χρειάζονται τόσο πολύ τα γράμματα αυτή την δύσκολη εποχή... Μόνο με την παιδεία θα μάθαιναν oι ραγιάδες ποιού γένους ήσαν απόγονοι, πώς ξέπεσαν και τι τους πρέπει. Γι' αυτό καθ' όλη την διάρκεια της σκλαβιάς λειτουργεί εδώ σχολείο κοινών γραμμάτων -οχτωήχι και ψαλτήρι- για να μαθαίνουν oι πατέρες να «γινώσκουν α αναγινώσκουν», για να μαθαίνουν oι περίοικοι τα ιερά γράμματα, ώστε κάποτε η σπίθα να γίνη φλόγα.

Ο μεγάλος Διδάσκαλος του γένους Άγιος Ευγένιος ο Αιτωλός προσελκύεται απ' την αγιότητα των πατέρων της Μονής και χειροτονείται εδώ διάκονος στα 1615. Ευγνωμοσύνης ένεκα στέλνει αργότερα, το 1650, ένα ασημένιο δισκοπότηρο, θαύμα τέχνης και λεπτουργικής. Υπάρχει μέχρι σήμερα διηγούμενο την εκτίμησι και την ευλάβεια του ανδρός προς την Μονή. Και μέχρι να κοιμηθή τον «οσίοις εμπρέποντα ύπνον», στην ηλιοστερή Γούβα των Βραγγιανών, δεν παύει να ενδιαφέρεται ποικιλοτρόπως για το Μοναστήρι πού θεωρούσε δικό του. Αυτό πράττει και ο μαθητής του Αναστάσιος ο Γόρδιος, ο ιατροφιλόσοφος. Ενδιαφέρεται ακόμη και για ασθενείς πατέρες και στέλνει συνταγές και γιατρικά προς θεραπείαν των.

Η κορυφαία στιγμή ακμής της Μονής είναι όταν ο Αρχιεπίσκοπος Φαναρίου και Νεοχωρίου Ανανίας γίνεται ηγούμενος. Παλαιός αδελφός της μονής, ανάγεται, ένεκα της αρετής και της μορφώσεώς του εις τον θρόνον της Αρχιεπισκοπής Φαναρίου. Κατόπιν προτροπής του διδασκάλου του Ευγενίου του Αιτωλού παραιτείται απ' τον θρόνο και αναλαμβάνει να διακονήση ως ηγούμενος την Μονή της μετανοίας του. Έμεινε γνωστός στην ιστορία σαν: «ο Δεσπότης της Τατάρνας». Σ' αυτόν το Μοναστήρι οφείλει πολλά.

Ερχόμαστε στην τρίτη περίοδο. Oι λίγοι πατέρες που απέμειναν αρχίζουν από το μηδέν. Γι' αρκετά χρόνια μένονν στο Μετόχι του Αγίου Γεωργίου που απεiχε μια ώρα σχεδόν. Τώρα βρίσκεται στο βυθό της λίμνης. Εκεί ήσαν oι μύλοι, oι νεροτριβές, τα μαντάνια του Μοναστηριού.

Ομως το πνεύμα της Βαυαροκρατίας ήταν φοβερά αντιμοναστηριακό. Διέλυσαν δια της βίας τετρακόσια είκοσι μοναστήρια και έδιωξαν τους πατέρες με τις κλωτσιές. Ποδοπάτησαν ιερά κειμήλια και άγια Λείψανα, κατέστρεψαν καλλιτεχνήματα ανυπολόγιστης αξίας. Θρηνεί ο Μακρυγιάννης για τον εμπαιγμό των ιερών και οσίων της φυλής. Ό,τι γλύτωσε από τους Τούρκους κατεστράφη από τους Βαυαρούς και τους ομόφρονές τους. Και είχαν πολλούς ομόφρονες, ακόμη και μεταξύ του «ανωτέρου» κλήρου. Πώς λοιπόν θα έπαιρναν άδεια γι' ανοικοδόμησι με το πνεύμα που επικρατούσε; Από κει κοντά μάθανε oι πατέρες ότι θά περνούσε περιοδεύοντας, ο βασιληάς Όθων. Τον συναντούν στη γέφυρα του Μανώλη. Ικετεύουν, εξιστορούν τις θυσίες του Μοναστηριού για τον αγώνα, του υπενθυμίζουν ότι χαρακτηρίσθηκε «διατηρούμενο». Kαι ο βασιληάς κάμπτεται. Χορηγεί την άδεια. Μάλιστα τους στέλνει και βαυαρό μηχανικό για τα σχέδια. Σώζονται ακόμη στα γενικά Αρχεία του Κράτους. Νέοι αγώνες, νέα τρεχάματα. Γίνεται έρανος καθ' άπασαν την επικράτειαν. Το Μοναστήρι προσφέρει όλη του την οικονομική ικμάδα. Τζουμερκιώτες μαστόροι αρχίζονν το 1841 να χτίζουν. Νοτιώτερα όμως απ' το παλαιό γιατί ο μηχανικός έκρινε σαν επισφαλές το έδαφος. Το Μοναστήρι αρχίζει να υψώνεται μεγαλόπρεπο, εφάμιλλο ίσως του παλαιού. Προσπάθεια εργώδης. Oι πέτρες κουβαλιώνται απ' το ποτάμι και πελεκιούνται επί τόπου. Τα μάρμαρα μεταφέρονται απ' τον Κραβασαρά. Τα σίδερα απ' την Πάτρα.

Τα ξύλα για στέγες και πατώματα κόβονται απ' τον Άη-Λιά, το πλησιέστερο βουνό. Τα κεραμίδια ψήνονται σε κεραμαριό, λίγο πιο κάτω. Τα καρφιά τα σφυρίζουν oι γύφτοι. Σε τρία χρόνια το Μοναστήρι ήταν έτοιμο «Ηγουμενεύοντος Γερμανού».

Βρισκόμαστε στο 1843. Χαρά και αγαλλίασις! Που όμως δεν διαρκεί για πολύ. Σ'ένα χρόνο η εκκλησία κάθισε και «σφράγισε», εράγισε. Κακή θεμελίωσις πάνω σε κούτσουρα καστανιας, σε τόπο ακατάλληλο, κούφιο, γεμάτο υπόγεια νερά. Αποτέλεσμα: η εκκλησία υφίσταται ρήγμα στον τρούλλο και στις κεραίες του σταυρού, την ανατολική και την δυτική. Αντηρίδες πού προστέθηκαν για να στηρίξουν το οικοδόμημα δεν ωφέλησαν σε τίποτε. Η εκκλησία ήταν καταδικασμένη. Ήταν όμορφη, είχε όμως σαν το άγαλμα του Ναβουχοδονόσορος, πήλινα πόδια.
Στάθηκε στα πόδια της εκατόν είκοσι χρόνια. Δεν έπαιρνε γιατριά. Και πολύ κράτησε.

Θάλεγε κανείς ότι το «σφράγισμα» της εκκλησιάς ήταν σημείο της Παναγίας. Προειδοποίησις για επερχόμενα δεινά. Η εσωτερική κατάρρευσις επηκολούθησε ραγδαία. Η ακμή πέρασεν ανεπιστρεπτί. Oι παλαιοί πατέρες έφευγαν ένας ένας για τους ουρανούς. Oι λίγοι νέοι που προσήρχοντο να κοινοβιάσουν δεν είχαν το πνευματικό ανάστημα των προηγουμένων. Τα βουνά άρχισαν να αδειάζουν. Ο τόπος απομονώθηκε και πάλι. Άρχισε η πνευματική ερήμωσις. Πολλοi φορούσαν το ράσο γιά ψωμάκι, για να ζήσουν. Ξεχάσθηκε η καλογηρική, oι πατέρες, η εκκλησία. Ξανάπεσε αγραμματωσύνη και παχυλή αμάθεια. Λησμονήθηκαν τα μετόχια. Το μεγάλο μετόχι της Αγίας Τριάδος στο Βραχώρι το άρπαξαν με το έτσι θέλω και το μετέτρεψαν σε ενοριακό ναό. Ποιος θ' αντιδρούσε; Τα υπόλοιπα μετόχια τα βρίσκουμε μόνο στα ταπιά και τα έγγραφα του Αρχείου.

Μόνη ασχολία των καλογήρων ήταν τα δικαστήρια με τους χωριανούς. Η παλιά ομοψυχία έσπασε. Δίκες για μια πιθαμή γης, για ένα αγριλίδι! Έγιναν φύλακες μιας καταδικασμένης περιουσίας. Ηλθαν μετά oι απαλλοτριώσεις. Δεν έφταιγαν για την παρακμή αυτές. Έπρεπε να γίνουν. Είχε μείνει εξ άλλου τόση περιουσία που μπορούσε να ευημερή. Oι τελευταίοι πατέρες γυμνήτευσαν και με επτά χιλιάδες ελαιόδενδρα δεν είχαν λάδι να ρίξουν στα φασούλια τους. Το Μοναστήρι ξεπουλιόταν από μέσα κι' απ' έξω. Έχει και η μακρυνή Ναύπακτος μεγάλο μέρος της ευθύνης για την κατάντια...

Δεν είναι εδώ ο κατάλληλος χώρος για να αναλύσωμε τα αίτια της παρακμής και αυτής της Μονής και τόσων άλλων. Επιγραμματικά όμως και με πύρινα γράμματα γράφομε οτι το μεγάλο αίτιο είναι η βιαία και κακοήθης αποκοπή των Πατριαρχικών Μονών από την Μητέρα Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Διώξανε την Μητέρα και ήλθε ή μητριά. Η πνευματική ανεξαρτησία που απήλαυαν υπό τας πτέρυγας της Μεγάλης Εκκλησίας ωδήγησε τα Μοναστήρια σε ακμή. Μια συμβολική εισφορά από τέσσαρες οκάδες κερί ή 100 γρόσια το χρόνο ήταν όλη και όλη η υποχρέωσις της Μονής για κάθε χρόνο. Όταν όμως έπεσαν στα χέρια των κατά τόπους αρχιερέων, τότε δη τότε...

Μέσα σε εκατό χρόνια η πτώσις επήλθε ραγδαία. Κακοδιοίκησις, κλεψιές, πλεονεξία διαχειριστών, αρπακτικά γεράκια, δεν άφησαν τίποτε όρθιο.

Ώσπου το δράμα έληξε. Στα 1963 βίαιη κατολίσθησις υπερκειμένου όρους τάραξε συθέμελα το Μοναστήρι. Επί ένα μήνα η γή σειόταν και το Μοναστήρι χόρευε. Τά πάντα κατέρρευσαν. Χάθηκε το πολύτιμο ξυλόγλυπτο τέμπλο. Καταχωνιάσθηκε η Αγία Τράπεζα. Ψάξαμε αργότερα με μπουλντόζα. Δε βρέθηκε πουθενά. Συγχρόνως χάθηκε και η επίλοιπη κτηματική περιουσία. Πνίγηκε στην νέα λίμνη.

ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ έμεινε ανάμνησις! Αλλ' όχι! 'Η Παναγία έχει τά δικά της σχέδια. Αρχίζει η τετάρτη περίοδος, η σύγχρονη. Το Μοναστήρι έχει καταστραφή. Έχει μείνει μόνον η νομική υπόστασις. Νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, δηλαδή μόνον η σφραγίδα. Έχουν μείνει ακόμη δύο γεροντάκια που ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες σε πρόχειρα παραπήγματα, κοντά στα χαλάσματα. Υπήρχαν προσέτι και δύο παρήγορες ακτίνες φωτός.

Είχαν διασωθή κατά ένα μεγάλο ποσοστό τα ιερά Κειμήλια και τούτο χάρις στην αυτοθυσία -πρέπει να τονισθή αυτό- του δασκάλου του χωριού και των κατοίκων, που έσπευσαν να σώσουν ό,τι ήταν δυνατόν να σωθή. Και σώθηκαν πολλά.

Υπήρχε και η αποζημίωσις απ' τα κτήματα που πνίγηκαν στή λίμνη. Καλό προζύμι για μια καλή αρχή.

Αρχίζομε -καλοκαίρι του 1968- από πιάτο και πηρούνι, στην κυριολεξία.

Στην πρώτη πανήγυρι που ξανάγινε ύστερα από διακοπή έξη ετών, στο χώρο της Μονής, κοιμηθήκαμε στο χώμα, στην ρίζα μιας αγριοροδιάς για να προστατευόμαστε απ' τον αέρα. Προσκέφαλο... τα παπούτσια μας και σκέπασμα το ράσο.

Στην αρχή υπήρξαν αντιδράσεις. Κάθε άρχή και δύσκολη. Πολλοί ήθελαν να μοιρασθούν τα χρήματα της αποζημιώσεως. 'Αλλοι -εν οις και oι εν Ναυπάκτω- να γίνη ένα μικρό εκκλησάκι, εις ανάμνησιν της πάλαι ποτε Μονής και τα υπόλοιπα χρήματα να... αξιοποιηθούν. Άλλοι, άλλα. Πάντως πολύ λίγοι πίστευαν ότι θα ξαναγίνη το Μοναστήρι.

Όμως το ήθελε η Παναγία. Tο ευλόγησε και το θαύμα, γιατί περί θαύματος έξαισίου πρόκειται, έγινε.

Η ανοικοδόμησις άρχισε το 1969. Χτίσθηκε πρώτα ο μικρός ναός του Αγίου Σάββα για τις λατρευτικές ανάγκες των νέων αδελφών. Επίσης ένα μικρό οικοδόμημα προς διαφύλαξιν των ιερών Κειμηλίων. Νοτιώτερα και σε απόστασι πεντακοσίων και πλέον μέτρων από το παλαιό αγοράσθηκε οικόπεδο κατόπιν γνωματεύσεως ειδικού γεωλόγου.

Κατεσκευάσθη το υδραγωγεiο απ' τις πηγές της Μονής. Με την ευλογία της Θεοτόκου η ανοικοδόμησις προχώρησε χωρίς προσκόμματα. Απ' τον μηχανικό μέχρι και τον τελευταίο εργάτη, όλοι εργάσθηκαν φιλότιμα και συνειδητά. Έπρεπε η Μονή να γίνη αντάξια του παρελθόντος της. Η αποζημίωσις από τα κτήματα -περίπου τέσσαρα εκατομμύρια- έφθασε μόνο για τα θεμέλια και μερικές κολώνες. Χρειάζονταν χρήματα. Τα βρήκε η Παναγία. Η πολιτεία, oι ευσεβείς χριστιανοί, oι εν αυτή μονάζοντες, έδωσαν το «παρόν» Ύστερα από λίγα χρόνια το έργο έφθασε σε σημείο που κανείς δεν το περίμενε.

Δόξα εις τον Κύριο και την Παναγία Αυτού Μητέρα. Τώρα το Μοναστήρι έχει μέσα τρείς Εκκλησίες: Το Καθολικό, εις τιμήν της Παναγίας. Εκτίσθη εις τύπον αγιορειτικόν τρίκογχον μετά τρούλλου. Εκεί έχει εναποτεθή η Θαυματουργός Eικώv της Παναγίας Ταταρνιωτίσσης. Είναι Εικών παλαιοτάτη, φθαρμένη από την πολυκαιρία και τις περιπέτειες, στον τύπο της Οδηγητρίας.

Ο «κάμπος» έχει καλυφθή από ασήμι και σμάλτο πολύ λεπτής τέχνης, ενώ δύο φωτοστέφανοι με πολυτίμους λίθους στεφανώνουν το μέτωπο της Παναγίας και του Ιησού.

Πολυάριθμα αναθήματα κοσμούν την Αγίαν Εικόνα. Είναι όλα σχεδόν σύγχρονα, γιατί τα παλιά έγιναν μπαρουτόβολα για τον Αγώνα. Ένα ξυλόγλυπτο προσκυνητάρι πρόσφατο από ξύλο καρυδιάς, σαν θρόνος με κουβούκλιο βαστάζει την ιεράν Εικόνα και τα αναθήματα. Ασημένια κανδήλια απ' τον παλαιό ναό κοσμούν τον θρόνο και ανάβονται προς τιμήν της Θεοτόκου. Τα θαύματά της είναι άπειρα. Oι παλαιοί διηγούνται πολλά.

Εμείς όμως που ζούμε μέσα στο Μοναστήρι έχονμε δει πάμπολλα. Δοξάζομε τον Θεό γιατί μας αξίωσε να είμαστε ταπεινοί διάκονοι και υπηρέται της Παναγίας Μητρός Του. Μέσα στο Καθολικό όλα είναι καινουργια. Τέμπλο, εmσκοπικός θρόνος, προσκυνητάρια, πολυέλαιος, Άγια ποτήρια, θυμιατά, ευαγγέλια, όλα δωρεές ευσεβών χριστιανών. Μνησθείη Κύριος ο Θεός της αγάπης των. Πανηγυρίζει στις οκτώ Σεπτεμβρίου με συρροή πλήθους ευσεβών. Αφ' εσπέρας τελείται αγρυπνία εις τιμήν της Θεοτόκου και την επομένην εορτάζεται η Σύναξις της Ιεράς Εικόνος.

Κάτω ακριβώς από το Καθολικό, υπάρχει Ναός ισομεγέθης με το καθολικόν, εις τιμήν των έξ Ευρυτανίας και των ομόρων περιοχών Αγίων. Αυτοί είναι:

1. Ο όσιος Ανδρέας που ασκήτευσε τον ΙΓ' αιώνα στο απέναντι της Μονής βουνό της Κανάλας.
2. Ο Νεομάρτυς Μιχαήλ ο εκ Γρανίτσης που εμαρτύρησε το 1544 στην Θεσσαλονίκη.
3. Ο Οσιομάρτυς Δαμιανός, εκ Μυριχόβου. Ήθλησε τοδ 1568 ειίς Λάρισαν.
4. 0 Ιερομάρτυς Σεραφείμ, Αρχιεπίσκοπος Φαναρίου και Νεοχωρίου. Ήθλησε το 1601 εις Φανάριον.
5. Ο Νεομάρτυς Νικόλαος ο Καρπενησιώτης. Ήθλησε το 1672 εις Κων/πολιν.
6 Ο οσιοϊερομάρτυς Κυπριανός εκ Κλειτσού. Ήθλησε το 1679 είς Κων/πολιν.
7. Ο Όσιος Ευγένιος ο Αιτωλός. Εκοιμήθη το 1682 εις Μονήν Αγίας Παρασκευής Γούβας Βραγγιανών.
8. Ο Οσιομάρτυς Ρωμανός έξ Αντρανόβης Εύρυτανίας. Ήθλησε το 1694 εις Κ/πολιν.
9. Ο Όσιος Ακάκιος εκ Γολίτσης. Εκοιμήθη το 1730 εις Καυσοκαλύβια Αγίου Όρους.
10. Ο Εθνομάρτυς και Ισαπόστολος Κοσμάς ο Aιτωλός. 'Ηθλησε το 1770 εις Κολικόντασι Βορείου Ηπείρου.
11. Ο Οσιομάρτυς Γεράσιμος εκ Μεγάλου Χωρίου. Ήθλησε το 1812 εις Κων/πολιν, και
12. Ο Νεομάρτυς Ιωάννης εκ Κονίτσης ο εξ Αγαρηνών. 'Ηθλησε το 1814 εις Βραχώριον.

Η εορτή των αγίων αυτών εθεσπίσθη, αδεία της Ιεράς Συνόδου το 1971. Έκτοτε εορτάζονται την τελευταίαν Κυριακήν του μηνός Αυγούστου δι' αγρυπνίας και ειδικής Ακολουθίας.

Παραπλεύρως και προς νότον του Καθολικού ανηγέρθη Ναός εις τιμήν του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Πρόκειται περί μονοκλίτου κεραμοσκεπούς ξυλοστέγου βασιλικής, όπου τελούνται κατά τας καθημερινάς oι Ιερές Ακολουθίες.

Πανηγυρίζει στις 3 Νοεμβρίου και στις 23 'Απριλίου. Όπως αναφέραμε πιο πάνω, πλησίον των ερειπίων της Μονής του 1841 ανηγέρθη Ιερόν Κάθισμα και Ναός εις τιμήν του οσίου Πατρός ημών Σάββα του Ηγιασμένου. Είναι και ναός κοιμητηριακός γιατί εκεί θάπτονται oι κοιμώμενοι αδελφοί. Εκεί παραμένουν και oι αδελφές που διακονοϋν στην Ιερά Μονή.

Ακόμη χτίσθηκαν κελλιά διά τους μοναχούς, ξενών για τους προσκυνητές, σκευοφυλάκειο για την διαφύλαξι των Ιερών Θησαυρισμάτων, «Αρχονταρίκι», τράπεζες και όλοι oι λοιποί χώροι, oι απαραίτητοι για την ζωή της Μονής.

Ταυτοχρόνως η Μονή απέκτησε καί δύο μετόχια.

http://www.ecclesia.gr
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Αρχείο